Όπως καταδεικνύει η ετήσια έκθεση της ΕΛΣΤΑΤ, οι καλλιεργούμενες εκτάσεις Αρωματικών και Φαρμακευτικών Φυτών (ΑΦΦ) τον τελευταίο χρόνο έχουν αυξηθεί
σημαντικά σε σύγκριση με τα προηγούμενα χρόνια, καθώς από 35.000 στρέμματα έχουν ξεπεράσει τα 53.000 στρέμματα με σημάδια ανόδου.
Ωστόσο, πρέπει να αποφευχθούν λάθη του παρελθόντος που υπονόμευσαν την προοπτική αντίστοιχων «νέων» καλλιεργειών. Την περίοδο που διανύουμε το ενδιαφέρον εστιάζεται στην παραγωγή, επεξεργασία και την εμπορία των προϊόντων, με τη λεβάντα, το τσάι του βουνού, το δενδρολίβανο και τη ρίγανη να βρίσκονται στο επίκεντρο. Αυτή την περίοδο το ενδιαφέρον των εμπλεκομένων εστιάζεται στην παραγωγή, τη μεταποίηση και την εμπορία των προϊόντων.
«Πολλαπλές οι δυνατότητες, πολλαπλά τα οφέλη»
Σύμφωνα με τον Μόσχο Πολυσίου, ομότιμο καθηγητή του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην αντιπρύτανη, «ο κλάδος των αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών έχει σημαντικό ενδιαφέρον από πολλούς τομείς της οικονομίας». Ιδιαίτερη έμφαση, όπως αναφέρει ο ίδιος, θα πρέπει να δοθεί «σε φυτά τα οποία προέρχονται από την πλούσια ελληνική χλωρίδα.
Η καλλιέργεια αυτών θα πρέπει να γίνεται με βιολογικές μεθόδους παραγωγής, ώστε να είναι ταυτισμένα απόλυτα με τον φυσικό τρόπο ανάπτυξης τους. Το δεύτερο σημείο που πρέπει να αξιοποιηθεί είναι αυτό της μεταποίησης, ώστε το προϊόν να αποκτήσει προστιθέμενη αξία».
Τονίζοντας για τα συγκριτικά πλεονεκτήματα των ελληνικών αρωματικών και φαρμακευτικών φυτών και την έρευνα που έχει γίνει από το Γεωπονικό Πανεπιστήμιο Αθήνας, ο κ. Πολυσίου δήλωσε: «Οι δυνατότητές τους είναι σημαντικές και μπορούν να αξιοποιηθούν από πολλούς τομείς της οικονομίας μας, ακόμα να φτιάξουμε φάρμακα από τα ίδια φυτά, για να προστατεύουμε άλλα φυτά, συμβάλλοντας με αυτό τον τρόπο στην προστασία του περιβάλλοντος και την ενίσχυση της οικονομίας μας».
Όχι στην αυτοσυγκρότηση του κλάδου
Στο ερώτημά μας γιατί ενώ γνωρίζουμε τις δυνατότητες αυτών των φυτών, η επίσημη πολιτεία δεν έχει υιοθετήσει ένα μοντέλο ανάπτυξης σε συνεργασία με την πανεπιστημιακή κοινότητα, όπως επίσης και με τους αγρότες, ο κ. Πολυσίου απάντησε: «Είναι καθαρά θέμα της πολιτείας, η οποία δεν έχει αξιοποιήσει το επιστημονικό της δυναμικό στον βαθμό που θα έπρεπε.
Αυτά τα στελέχη, με τη σειρά τους, μπορούν επίσημα να ενημερώσουν και να εκπαιδεύσουν αγρότες, σε σύγχρονες τεχνικές παραγωγής και μεταποίησης των προϊόντων. Η πολιτεία δεν πρέπει να αφήσει μόνο του τον κλάδο να αυτοσυγκροτηθεί, διότι θα δημιουργηθούν προβλήματα».
Ελένη Μαλούπα: «Έντονο το ενδιαφέρον για πολλαπλασιαστικό υλικό»
Σήμερα, το ενδιαφέρον καλλιέργειας ελληνικών αρωματικών και φαρμακευτικών ειδών (ΕΑΦΕ) στη χώρα μας είναι ιδιαίτερα αυξημένο και αντικατοπτρίζει τις ανάγκες όλων των εμπλεκόμενων παραγωγικών κλάδων, όπως παραγωγοί, φυτωριούχοι, μεταποιητικές επιχειρήσεις και βιομηχανίες. Επιπρόσθετα, λόγω της οικονομικής κρίσης, το ενδιαφέρον καλλιέργειας και εμπορίας ΕΑΦΕ είναι ιδιαίτερα έντονο τόσο στην εγχώρια αγορά, όσο και στη διεθνή.
Η Ελλάδα διαθέτει πλούσια βιοποικιλότητα ΕΑΦΕ, τα οποία θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν και να προστατευθούν με την καλλιέργεια, προσφέροντας παράλληλα διαύλους αγροτικής οικονομικής ανάπτυξης. Συντονισμένοι με τις τάσεις καλλιέργειας, ενδεικτικά αναφέρουμε τα ακόλουθα ΕΑΦΕ που τυγχάνουν υψηλότερης ζήτησης λόγω των βιοδραστικών συστατικών τους και της περιεκτικότητας σε αιθέρια έλαια και δευτερογενείς μεταβολίτες. Συγκεκριμένα ΕΑΦΕ είναι η ρίγανη (Origanum vulgare ssp hirtum), το τσάι του βουνού (Sideritis spp), το φασκόμηλο (Salvia spp), το θυμάρι (Thymus spp), η μέντα/δυόσμος (Mentha spp), το χαμομήλι (Matricaria chamomila), το μελισσόχορτο (Melissa officinalis) και πολλά άλλα.
Η χλωρίδα της Ελλάδας περιλαμβάνει 6.300 διαφορετικά είδη φυτών, από τα οποία το 15% υπολογίζεται ότι είναι αρωματικά και φαρμακευτικά είδη. Στο Εργαστήριο Προστασίας και Αξιοποίησης Αυτοφυών και Ανθοκομικών Ειδών, διατηρούνται σε μητρικές φυτείες και τράπεζα σπερμάτων περισσότερα από 250 διαφορετικά ΕΑΦΕ στους 2.500 κωδικούς καταχωρήσεων (δηλαδή φυτικά δείγματα πληθυσμών, accessions) από συλλογές.
Να σημειωθεί ότι στα 250 ΕΑΦΕ που διατηρούνται, περιλαμβάνονται αντιπροσωπευτικά δείγματα πληθυσμών της πλειονότητας των αρωματικών και φαρμακευτικών ειδών για τα οποία υπάρχει ενδιαφέρον για καλλιέργεια. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα της ελληνικής ρίγανης, όπου διατηρούνται 12 διαφορετικές καταχωρήσεις, από δείγματα πληθυσμών που προέρχονται από διαφορετικές γεωγραφικές περιοχές της Ελλάδας, με διακριτά χαρακτηριστικά.
Στροφή στα αρωματικά
Το ενδιαφέρον για παραγωγή πολλαπλασιαστικού υλικού στη χώρα μας είναι ιδιαίτερα έντονο και διαφαίνεται από επίσημα αιτήματα και συνεργασίες του ΕΛΓΟ-«Δήμητρα» με παραγωγικούς φορείς όλων των κλάδων (συνεταιρισμοί, ΚΟΙΝΣΕΠ, εταιρείες, φορείς Τοπικής Αυτοδιοίκησης, κ.ά.), οι οποίοι ζητούν φυτικό υλικό και υπηρεσίες. Να σημειωθεί ότι στο Ινστιτούτο Γενετικής Βελτίωσης και Φυτογενετικών Πόρων, διατηρείται μητρικό υλικό ΕΑΦΕ που έχει αναγνωριστεί ταξινομικά και έχει αξιολογηθεί για συγκεκριμένα ποιοτικά και ποσοτικά χαρακτηριστικά, το οποίο θα μπορούσε να καλύψει την προαναφερόμενη ανάγκη παραγωγής και εμπορίας, καθότι το αυξημένο ενδιαφέρον καλλιέργειας καλύπτεται συχνά από αμφίβολης προέλευσης και ποιότητας φυτικό υλικό.
Λαμβάνοντας υπόψη τα προαναφερόμενα για την άμεση αντιμετώπιση της εμπορίας υγιούς και ασφαλούς πολλαπλασιαστικού υλικού από παραγωγικούς φορείς προτείνεται να χρησιμοποιηθεί ο τεχνικός κανονισμός εμπορίας πολλαπλασιαστικού υλικού καλλωπιστικών φυτών (άρθρο 1 και 2 της Υ.Α. 357956, ΦΕΚ 2246Β΄/30-12-99) από τον οποίον διέπεται και η εμπορία του πολλαπλασιαστικού υλικού των αρωματικών και φαρμακευτικών ειδών, ενδεχομένως με κάποιες τροποποιήσεις ή προσθήκες.
* Η Ελένη Μαλούπα είναι γεωπόνος, εξειδικευμένη στη Βιολογία και Φυσιολογία Φυτών, τακτική ερευνήτρια του ΕΛΓΟ-«Δήμητρα»
Πηγή: ypaithros.gr