H γενική εισαγγελέας της Νέας Υόρκης ανακοίνωσε την υποβολή αγωγής κατά της πανίσχυρης Εθνικής Ένωσης Όπλων (NRA) με την κατηγορία ότι υψηλόβαθμα στελέχη σπατάλησαν εκατομμύρια δολάρια για πολυτελή προσωπικά ταξίδια, συμβόλαια και άλλες αμφισβητούμενες δαπάνες
Η αγωγή της Γενικής Εισαγγελέα Λετίσια Τζέιμς που κατατέθηκε σε κρατικό δικαστήριο στο Μανχάταν μετά από έρευνα 18 μηνών, έχει τεράστια σημασία σύμφωνα με τα αμερικανικά μέσα, αφού αναφέρεται προσωπικά στον Γουέιν Λα Πιερ τον επί χρόνια επικεφαλής της NRA. Σύμφωνα με το κατηγορητήριο ο Λα Πιερ εκμεταλλευόταν τις πηγές χρηματοδότησης της οργάνωσης για προσωπικά του οφέλη.
«Η επιρροή της NRA ήταν τόσο ισχυρή που ο οργανισμός ήταν ανεξέλεγκτος για δεκαετίες, ενώ ανώτατα στελέχη διοχέτευαν εκατομμύρια στις δικές τους τσέπες», δήλωσε η Τζέιμς. «Η NRA είναι γεμάτη απάτες και κακοδιαχείριση, γι 'αυτό, σήμερα, επιδιώκουμε να την διαλύσουμε διότι καμία οργάνωση δεν είναι υπεράνω του νόμου».
Η αγωγή αναφέρει ότι ο Λα Πιερ, ξόδεψε εκατομμύρια δολάρια της NRA για ιδιωτικές πτήσεις με τζετ για τον εαυτό του και την οικογένειά του, συμπεριλαμβανομένων περισσότερων από 500.000 δολαρίων σε οκτώ ταξίδια στις Μπαχάμες σε διάστημα τριών ετών.
Σημειώνεται ότι πριν ακόμη γίνει αποδεκτός από το κόμμα των Ρεπουμπλικάνων ο Ντόναλντ Τραμπ είχε εξασφαλίσει τη στήριξη της ΝRA. Μάλιστα η ομοσπονδία του είχε χορηγήσει 30 εκατ. δολάρια στην προεδρική του καμπάνια, στη διάρκεια της οποίας ο Τραμπ δήλωνε ότι η δική του υποψηφιότητα προστατεύει τα δικαιώματα των περίπου 55 εκατ. Αμερικανών που κατέχουν όπλα.
Τον Αύγουστο του 2019, μετά τον θάνατο 31 ανθρώπων στις επιθέσεις που σημειώθηκαν στο Ελ Πάσο του Τέξας και στο Ντέιτον του Οχάιο, ο Τραμπ είχε δηλώσει ότι οι «πολύ ισχυρές απόψεις» του λόμπι των όπλων θα πρέπει να ληφθούν υπόψη στις συζητήσεις για την περιορισμό της οπλοκατοχής.
Η NRA έχει ένα ετήσιο μπάτζετ περίπου 250 εκατ. δολαρίων. Μεταξύ 2000 και 2010 έδωσε σε πολιτικές καμπάνιες 15 φορές περισσότερα χρήματα από ότι οι οργανώσεις για την ασφάλεια και τον έλεγχο των όπλων. H NRA ιδρύθηκε το 1871 από δύο βετεράνους του στρατού της Ένωσης στον αμερικανικό εμφύλιο και έναν δημοσιογράφο των New York Times, οι οποίοι είχαν διαπιστώσει ότι o πόλεμος θα είχε τελειώσει νωρίτερα αν ο μέσος Βόρειος ήξερε να χειρίζεται τα όπλα τόσο καλά όσο ένας Νότιος.